Οι επιπτώσεις της κακοκαιρίας Daniel
Επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας βλέπει ανάλυση της Εθνικής Τράπεζας
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 5/10/2023
Προσωρινή επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας το 4ο τρίμηνο λόγω της κάμψης στην αγροτική παραγωγή μετά τις πλημμύρες «βλέπει» η Εθνική Τράπεζα, με την τράπεζα πάντως να κάνει λόγω για υπεραπόδοση το διάστημα 2024 - 25, με ισχυρή ώθηση στο ΑΕΠ από τις σημαντικές επενδύσεις ανασυγκρότησης.
Ειδικότερα, όπως σημειώνει η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, οι πρωτοφανείς βροχοπτώσεις από την καταιγίδα «Daniel» − η οποία χαρακτηρίστηκε ως καιρικό φαινόμενο με πιθανότητα εμφάνισης 1 φορά στα 200 χρόνια για την Ελλάδα − οδήγησαν σε μια καταστροφική πλημμύρα στη Θεσσαλία στις αρχές Σεπτεμβρίου.
Η σημαντική συνεισφορά της Θεσσαλίας στην εγχώρια οικονομία και ειδικά στην πρωτογενή παραγωγή, αλλά και τη μεταποίηση, δημιούργησε εύλογες ανησυχίες αναφορικά με τον τελικό αντίκτυπο της καταστροφής σε περιφερειακό αλλά και σε εθνικό επίπεδο.
Η Θεσσαλία αντιπροσωπεύει περίπου το 5% του ΑΕΠ της Ελλάδας, το 6,7% της συνολικής απασχόλησης, το 14% της καλλιεργήσιμης γης και το 7% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΠΑ) που παράγεται από την ελληνική μεταποίηση, με ακόμη μεγαλύτερη συμβολή στην παραγωγή αροτραίων καλλιεργειών (όπως το σιτάρι, βαμβάκι και καλαμπόκι), καθώς και στην παραγωγή φρούτων, λαχανικών, κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων και άλλων μεταποιημένων τροφίμων. Επιπλέον, η περιοχή αντιστοιχεί (άμεσα) στο 4,3% (€8,2 δισ.) των τραπεζικών καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα και στο 3,4% (€2,0 δισ.) του υπόλοιπου της χρηματοδότησης προς μη-χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα.
Η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ επιχειρεί μια ενδεικτική αποτίμηση των πιθανών επιδράσεων στην οικονομική δραστηριότητα, με αφετηρία την εκτιμώμενη ζημιά στην αγροτική παραγωγή − κυρίως στην περίμετρο των πλημμυρισμένων εκτάσεων που εκτιμώνται στο 18% της καλλιεργήσιμης γης στη συγκεκριμένη περιφέρεια − αλλά και τις ευρύτερες παραγωγικές επιπτώσεις πέραν των πλημμυρισμένων περιοχών. Η ανάλυση επικεντρώνεται τόσο στις βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες επιδράσεις σε περιφερειακό επίπεδο όσο και στον αντίκτυπο στην τροχιά ισχυρής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.
Βραχυπρόθεσμα, η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να υποστεί μικρή επιβράδυνση λόγω της απομείωσης της γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής στις άμεσα πληττόμενες περιοχές αλλά και αρνητικών άμεσων επιδράσεων σε άλλους τομείς όπως ο τουρισμός, η μεταποίηση και το λιανικό εμπόριο, που επιτείνονται και από ζημιές σε κρίσιμες υποδομές και δίκτυα (συμπεριλαμβανομένων οδικών και σιδηροδρομικών δικτύων καθώς και υποδομών ηλεκτρισμού και ύδρευσης).
Με βάση μια αρκετά συντηρητική υπόθεση για πλήρη απώλεια του 25% της παραγωγής του πρωτογενούς τομέα της Θεσσαλίας για το υπόλοιπο του έτους και τους πρώτους μήνες του 2024 – καθώς το μεγαλύτερο μέρος της πλημμυρισμένης γης δε θα μπορεί να καλλιεργηθεί για αρκετούς μήνες, ενώ πιο μακροπρόθεσμες ζημιές ενδέχεται να έχουν προκληθεί σε ορισμένες περιοχές – η εκτιμώμενη μείωση της τοπικής παραγωγής εκτιμάται ότι θα αγγίξει τα €0,15 δισ. μέχρι το τέλος του έτους. Η εν λόγω μείωση ισοδυναμεί σε περίπου 7% της ΠΑ αυτής της περιοχής κατά το 4ο τρίμηνο ή 1,7% της ετήσιας οικονομικής δραστηριότητας στη Θεσσαλία και έως το 6% της συνολικής αγροτικής παραγωγής στο σύνολο της χώρας.
Η τουριστική δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή υπέστη καθίζηση, η οποία υποθέτουμε ότι θα μεταφραστεί σε απώλεια του μεγαλύτερου τμήματος των τουριστικών εσόδων για το υπόλοιπο του έτους και ίσως και για τους πρώτους μήνες του 2024 (ήτοι σχεδόν 20% της ετήσιας δραστηριότητας στο συγκεκριμένο κλάδο σε επίπεδο περιφέρειας). Συγκεκριμένα, η ΠΑ του τουρισμού στην περιοχή αναμένεται να μειωθεί κατά 70% σε ετήσια βάση τους 4 μήνες μέχρι το Δεκέμβριο, αφαιρώντας 1 ποσοστιαία μονάδα από το ΑΕΠ της περιφέρειας το 4ο τρίμηνο (περίπου €20 εκατ.).
Ο άμεσος αντίκτυπος στις πληττόμενες περιοχές στη μεταποίηση, το χονδρικό/λιανικό εμπόριο και άλλους τομείς υπηρεσιών εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στα €25-30 εκ. όσον αφορά τη μείωση της προστιθέμενης αξίας της περιφέρειας Θεσσαλίας (-1,3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ του 4ου τριμήνου της περιφέρειας), ωστόσο θα είναι πολύ μικρότερος αν συνεκτιμηθούν ορισμένες θετικές δευτερογενείς επιδράσεις.