Γιατί η Αγία Σοφία και γιατί τώρα;
Στόχος του Ερντογάν, να συσπειρώσει το εκλογικό του ακροατήριο, να εκθέσει και να διασπάσει την αντιπολίτευση. Να χρησιμοποιήσει τις ισχυρές διεθνείς αντιδράσεις για να χτίσει το αφήγημα των εξωτερικών εχθρών
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 15/7/2020
της Δρ. ΠΙΝΑΡ ΤΣΑΚΙΡΟΓΛΟΥ*
Είναι κατανοητή η αντίδραση, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στη διεθνή κοινότητα και τα ΜΜΕ, εξαιτίας των ευαισθησιών γύρω από το ζήτημα της Αγίας Σοφίας. Αντιδράσεις, όμως, υπάρχουν και στο εσωτερικό της τουρκικής κοινωνίας, αφού η Αγία Σοφία μετατράπηκε σε μουσείο το 1934 με διάταγμα του Κεμάλ Ατατούρκ.
Η Αγία Σοφία λοιπόν έχει ταυτόχρονα ισχυρή συμβολική σημασία για τον κοσμικό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους, για τον χριστιανικό κόσμο, αλλά και ως μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς προστατευόμενο από την UNESCO.
Ας προσπαθήσουμε να αναλύσουμε τα κίνητρα για την ανακήρυξή της σε τζαμί. Ο Πρόεδρος Ερντογάν δήλωσε ότι επιτέλους οι πιστοί θα μπορούν να προσευχηθούν στην Αγία Σοφία. Κι όμως, εντός της Αγίας Σοφίας υπήρχε ήδη χώρος προσευχής για τους μουσουλμάνους, καθώς και ορισμένος ιμάμης για την τέλεση της προσευχής. Ο τρόπος που παρουσιάστηκε η είδηση από τα τουρκικά ΜΜΕ είχε εξ αρχής στόχο να προκαλέσει ένταση.
Πάνω απ’ όλα, η κίνηση του Ερντογάν αποσκοπεί στην εσωτερική πολιτική σκηνή της Τουρκίας. Τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι ο αριθμός των ανέργων στην Τουρκία έχει ξεπεράσει σήμερα τον αριθμό των εργαζομένων. Την ίδια ώρα, η εμπλοκή της Τουρκίας στη συριακή και τη λιβυκή κρίση, καθώς και η προσθήκη στην ήδη υπαρκτή κρίση περισσότερων από τρία εκατομμύρια προσφύγων, κάνει την κατάσταση ακόμη πιο δύσκολη.
Τα εκτεταμένα φαινόμενα λογοκρισίας και αυταρχισμού προκαλούν εντάσεις στο εσωτερικό της τουρκικής κοινωνίας. Ο ίδιος ο Ερντογάν έχει θέσει ζήτημα απαγόρευσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (ΜΚΚ), κατηγορώντας τα για «διασπορά ψευδών ειδήσεων», τη στιγμή που τα ΜΚΚ παραμένουν ένας από τους τελευταίους διαύλους πραγματικής ενημέρωσης στη χώρα. Ταυτόχρονα, την τελευταία περίοδο, μια σειρά δημοσκοπήσεων δείχνουν απομείωση της δημοφιλίας του Προέδρου Ερντογάν και του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP).
Εν μέσω ενός τέτοιου οικονομικού, κοινωνικού και πολιτικού περιβάλλοντος, ο Ερντογάν επέλεξε ένα τόσο φορτισμένο θέμα με στόχο να συσπειρώσει το εκλογικό του ακροατήριο, αλλά και να εκθέσει και να διασπάσει την αντιπολίτευση. Η σιωπή του «ανταγωνιστή» δημάρχου Ιμάμογλου και η συγκατάβαση του προέδρου του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, την ώρα που το Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (HDP) τάχθηκε ανοιχτά κατά της προεδρικής απόφασης, είναι απτή απόδειξη και επιτυχία της στοχοθεσίας του Ερντογάν.
Αλλά, την ίδια ώρα, γνωρίζει ότι με αυτή την κίνηση προκαλεί και ισχυρές διεθνείς αντιδράσεις, τις οποίες σκοπεύει να χρησιμοποιήσει για να χτίσει το αφήγημα των εξωτερικών εχθρών που πολεμούν την Τουρκία. Στόχος, να στραφεί η προσοχή των πολιτών σε αυτή την ατζέντα, σκεπάζοντας την σοβαρή οικονομική κρίση, αλλά και τις γεωπολιτικές περιπέτειες στις οποίες έχει μπει η Τουρκία.
Στόχος, επίσης, να παρουσιάζεται ο Ρ.Τ. Ερντογάν ως αναντικατάστατη ηγετική φυσιογνωμία της Τουρκίας και του ισλαμικού κόσμου, που σηκώνει στους ώμους του τη χώρα και μένει όρθιος απέναντι στις εχθρικές μεγάλες δυνάμεις.